Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2019

Εθνικιστές ή δεξιοί;

Σε μια κρίσιμη καμπή της ιδεολογικοπολιτικής του διαδρομής, το Λαϊκό Εθνικιστικό Κίνημα της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ οφείλει να πάρει εκείνες τις αποφάσεις που του αρμόζουν και κάνοντας πρακτική εφαρμογή την ρήση «ουδέν κακόν αμιγές καλού» να χαράξει την κατευθυντήρια γραμμή του για τα επόμενα χρόνια, τα οποία αναμφισβήτητα θα είναι κρίσιμα για την επιβίωση του Ελληνικού Έθνους. Μια πτυχή αυτής ακριβώς της κατευθυντήριας γραμμής αποτελεί, κατά την γνώμη του γράφοντος το κείμενο αυτό, η απάντηση που πρέπει να δοθεί στο εξής ερώτημα: Εθνικιστές ή δεξιοί; Ακόμη και πράγματα αυταπόδεικτα χρειάζονται, κατά καιρούς, διευκρινιστικές (επ)αναφορές, καθώς σε αντίθετη περίπτωση δημιουργούνται λανθασμένες εντυπώσεις και – πολύ χειρότερα – στήνονται κάλπικα και επικίνδυνα στερεότυπα που λειτουργούν ως ανασταλτικό ανάχωμα στην πορεία μας.
Η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ κατόρθωσε, μέσα σε ένα θλιβερό κλίμα μιας απίστευτα χυδαίας και πρόστυχης εναλλαγής της ασύστολης συκοφαντίας και της συνομωσίας της σιωπής, όχι μόνο να εισέλθει μετά από δεκαετίες Αγώνων στο κοινοβούλιο, με ποσοστό της τάξεως του 7%, αλλά να μπορέσει μέσα σε χρονικό διάστημα μόλις ενός έτους από την είσοδό της στην Βουλή να πετύχει δημοσκοπικά ποσοστά υπερδιπλάσια, με αποκορύφωμα το 18% κρυφής δημοσκόπησης τον Ιούλιο του 2013, με αποτέλεσμα αρχικά τον πανικό της κυβέρνησης Σαμαρά και εν συνεχεία την κατασκευή της μεγαλύτερης πολιτικής σκευωρίας στην ιστορία του Τόπου, τον Σεπτέμβριο του 2013, με τα γνωστά στην συνέχεια αποτελέσματα. Παρά την ανήθικη και παράνομη δίωξη, το Κίνημα των Ελλήνων Εθνικιστών στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015 μπορεί να μην αύξησε τα ποσοστά του, κατάφερε όμως να γίνει το τρίτο στη σειρά Κόμμα του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
Νωρίτερα, είχε κατορθώσει μια σημαντική αύξηση ποσοστού άνω του 30% στις ευρωεκλογές του 2014 σε σχέση με τις διπλές βουλευτικές εκλογές του 2012, λαμβάνοντας 9,4%. Το 0,3% της 4ης Οκτωβρίου 2009 εκτοξεύτηκε στο 7% στις 6 Μαΐου 2012 και στις 17 Ιουνίου του ίδιου έτους, όχι γιατί η ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ επέδειξε μια δεξιά πολιτική ταυτότητα, αλλά ακριβώς επειδή ως ένας Γνήσια Εθνικιστικός πολιτικός φορέας σκέφτηκε και έδρασε υπερκομματικά, υπερταξικά και πάνω από τις κατεστημένες δεξαμενές σκέψης της αριστεράς και της δεξιάς, πείθοντας εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες, διαφορετικών μέχρι τότε κομματικών επιλογών ψήφου, να μας ακολουθήσει. Σ’ αυτό το σημείο, λοιπόν, πρέπει να ρίξουμε μια σχετικά σύντομη (σε σχέση με την σημασία του) ματιά ιστορικού και πολιτικού περιεχομένου πάνω στην περιβόητη έννοια της δεξιάς.
Και μόνο το γεγονός ότι οι πολιτικοί όροι «αριστερά» και «δεξιά» έχουν την μήτρα γέννησής τους στην Γαλλική επανάσταση του 1789 θα έπρεπε να μας κάνει πολύ σκεπτικούς, αν όχι κάθετα αρνητικούς, στην χρησιμοποίηση του όρου δεξιά στο ιδεολογικό οπλοστάσιό μας. Εκτός και αν κάποιοι νομίζουν ότι ο Εθνικισμός, τον οποίο εκφράζει το Κίνημά μας, έχει τις ρίζες του στο 1789 και όχι στο βάθος των αιώνων της ιστορικής διαδρομής, οπότε η υπόθεση αποκτά αυτομάτως πολύ διαφορετικές διαστάσεις… Επειδή, όμως, οι Άνδρες και οι Γυναίκες της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ (πρέπει να) Πιστεύουν και όχι να νομίζουν, σαφώς και δεν έχουν έτσι τα πράγματα. Ποιες είναι οι ρίζες της δεξιάς στην Ελλάδα, ώστε να χρειάζεται να χρησιμοποιούμε (λανθασμένα κατά την γνώμη μου) τον όρο αυτό κάποιες φορές, έστω και ελάχιστες, σε κείμενα και ομιλίες μας;
Επ’ ευκαιρία, τονίζω ότι επίτηδες δεν βάζω την λέξη δεξιά μέσα σε εισαγωγικά, όχι για λόγους που έχουν να κάνουν με την ορθογραφία και το συντακτικό, αλλά επειδή η «αγκύλωσή» της σε εισαγωγικά ενδεχομένως θα έδινε την (εσφαλμένη) εντύπωση πως υπάρχει και μια άλλη δεξιά δίχως αρνητικής δομής εισαγωγικά, η οποία θα (έπρεπε να) αποτελούσε πρότυπο πολιτικής συμπεριφοράς και επικοινωνίας για εμάς. Μια δεξιά πολιτική αναφορά με αφετηρία το καθεστώς της 21ης Απριλίου 1967 και τα προηγούμενα απ’ αυτήν δεξιά πολιτικά σχήματα της δεκαετίας του 1950 και 1960 θα έπρεπε να είναι δεσμευτική για την ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ; Σαφώς και όχι, καθώς ακόμη και αυτές οι καταστάσεις ουδέποτε ξεκαθάρισαν οριστικά (σε) τι ακριβώς πίστευαν. Ο απόλυτος συγχρωτισμός μας με αυτές τις καταστάσεις και με τον δεξιό (;) χαρακτήρα τους θα μας καθιστούσε υποχρεωμένους να απολογούμαστε σε μια σειρά ερωτημάτων που ο καλά «διαβασμένος» αντίπαλός μας θα μας (εξ)έθετε. Αντίπαλος που δεν θα στέκονταν στα όσα επιτυχημένα έπραξαν αυτές οι καταστάσεις, αλλά σε σελίδες της ιστορικής τους ύπαρξης και διαδρομής «γκρίζες» για να μην πούμε κατάμαυρες…
Οι Έλληνες Εθνικιστές του τέλους του 20ου αιώνα, της πρώτης 20ετίας του 21ου αιώνα και των ετών που θα έρθουν δεν μπορεί να είναι υποχρεωμένοι να απολογούνται για μια σειρά ζητημάτων που αφορούν το Λαϊκό Κόμμα, την ΕΡΕ, την 21η Απριλίου 1967. Ξεκινώντας από την τελευταία, οι αρκετές σωστές στιγμές της, κυρίως σε θέματα οικονομικής ευημερίας και ασφάλειας, όπως βεβαίως το ηθικό, νομικό και πολιτικό αίσχος των εγκλείστων Αξιωματικών του Κορυδαλλού, δεν πρέπει να δρουν αποπροσανατολιστικά και παραπλανητικά ως προς την γενικότερη δομή της 21ης Απριλίου. Μια υπεράσπιση «εφ’ όλης της ύλης» για τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και τους συνεργάτες του θα μας έφερνε αναγκαστικά απολογούμενους για πολύ (μα πάρα πολύ) δύσκολες στιγμές-τομές του καθεστώτος, όπως: Α) Η απόσυρση της Ελληνικής Μεραρχίας τον Νοέμβριο του 1967 από την Κύπρο (την οποία αξίζει να σημειωθεί πως είχε στείλει ένας… πολιτικός, ο Γεώργιος Παπανδρέου) με την συνδρομή του εντελώς ανώριμου και ακατάλληλου (όπως αποδείχθηκε) για την βαριά ευθύνη του θρόνου Βασιλέως Κωνσταντίνου. Β) Την σύναψη διπλωματικών σχέσεων με την κομμουνιστική Αλβανία το 1971, ενώ την ίδια στιγμή οι Βορειοηπειρώτες υπέφεραν τα πάνδεινα στα σταλινικά κάτεργα και τις εξορίες που τους έστελνε ο αιμοσταγής και ανθέλληνας δικτάτορας Ενβέρ Χότζα.
Γ) Τις μεγαλοστομίες για «Ελλάς-Ελλήνων-Χριστιανών», την ίδια στιγμή που αφαιρείτο ο Σταυρός από την κορυφή του κονταριού της Ελληνικής Σημαίας και αντικαθίσταντο από μια στρογγυλή μπάλα, σύμβολο του οικουμενισμού. Δ) Την μη δημιουργία μιας νέας ΕΟΝ (οι «Άλκιμοι» ήταν μια «καρικατούρα» νεολαίας και όχι μια σοβαρά δομημένη προσπάθεια), φοβούμενοι οι ιθύνοντες του καθεστώτος μήπως… εκτεθούν και χαρακτηριστεί αυτό ως «φασιστικό» από τους ψευδοδημοκράτες. Ε) Το κυνηγητό των Ελλήνων Εθνικιστών από το καθεστώς (χαρακτηριστική περίπτωση αυτή του ΕΣΕΣΙ στην Ιταλία), και αρκετά ακόμη. Επομένως, περισσότερα θα ήταν τα προβλήματα από μια τυχόν τέτοια «ταύτιση» παρά τα οφέλη. Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν για τις προγενέστερες καταστάσεις, του Λαϊκού Κόμματος και της ΕΡΕ.
Δεν μπορούμε να απολογούμαστε για αυτούς που πρόδωσαν δύο φορές (1959, 1974) την Κύπρο, που κατέστησαν με την απαράδεχτη πολιτική τους το στρατιωτικά τσακισμένο το 1949 εθνοπροδοτικό ΚΚΕ σε αξιωματική αντιπολίτευση (ως ΕΔΑ) μόλις εννιά χρόνια αργότερα, που ρήμαξαν και ερήμωσαν την Ελληνική επαρχία και δημιούργησαν το έκτρωμα-τσιμεντούπολη της σημερινής Αθήνας και πολλά άλλα ακόμη. Εάν, μάλιστα, σκεφτούμε το γεγονός ότι οι πιο ονομαστοί εκπρόσωποι τους, όπως ο ψευτοεθνάρχης Καραμανλής και η «ουρά» του ο Αβέρωφ, αυτοί οι εθνικοί ολετήρες και ηθικοί αυτουργοί του ναυαγίου της Ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα, αυτοχαρακτηρίζονταν και αυτοί ως δεξιοί, τότε το όλο ζήτημα αγγίζει τα όρια της φαρσοκωμωδίας. Έτσι και αλλιώς, όμως, αφού η αυτοαναφορά στην έννοια της δεξιάς δεν είχε πολιτική επιτυχία τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης και την δεκαετία του 1980, γιατί να μπορεί να έχει σήμερα; Όταν η ΕΠΕΝ, η οποία μάλιστα είχε και την «ευλογία» του ίδιου του Γεωργίου Παπαδόπουλου, απέτυχε παταγωδώς πολιτικά με τις αναφορές της στην «Εθνική Δεξιά», είναι δυνατόν να συμβεί κάτι διαφορετικό δεκαετίες αργότερα;
Επανερχόμαστε στο σήμερα με μια επισήμανση: η ρήση «κινούμαστε εθνικώς δεξιά και κοινωνικώς αριστερά» (η οποία αποδίδεται από κάποιους στον Ιωάννη Μεταξά) δεν αποτελεί την επιτυχημένη σύζευξη των θετικών στοιχείων της δεξιάς και της αριστεράς, αλλά την επιχειρούμενη πολιτική νομιμοποίηση μιας οφθαλμαπάτης. Στον Τόπο μας, καμιά δεξιά δεν κινήθηκε ποτέ πραγματικά Εθνικά και επίσης καμιά αριστερά δεν πορεύθηκε ποτέ αυθεντικά Κοινωνικά, για να «χαρίζουμε» στην δεξιά την Εθνική Υπερηφάνεια και Ανεξαρτησία και στην αριστερά την Κοινωνική Αλληλεγγύη και Πρόνοια. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια (μετά το 2015), τόσο σε ομιλίες, όσο και σε κείμενα της ιστοσελίδας και των εντύπων μας, υπήρξαν αναφορές για «Εθνική Δεξιά» και «Λαϊκή Δεξιά». Αυτή η προσπάθεια, αντί να κατορθώσει να φέρει τους δεξιούς στο Κίνημά μας, αντιθέτως, πέτυχε να αποθαρρύνει πολύ περισσότερο μέρος των Ελλήνων να ταυτιστεί με το Εθνικιστικό (και όχι δεξιό) κόμμα του Κοινοβουλίου. Οι δεξιοί, όπως έδειξαν άλλωστε (και) οι πρόσφατες εκλογές, ψήφισαν (για μία ακόμη φορά) «δαγκωτό» την ΝΔ, η οποία μπορεί να αρνείται συνεχώς από το 1974 ότι είναι δεξιό κόμμα, πάντοτε όμως είχε και συνεχίζει να έχει εκείνους τους απαραίτητους δεξιούς κομματάρχες της σε ρόλο τσέλιγκα, οι οποίοι λειτουργούν σαν «δόλωμα» για να (συνεχίζουν να) «ψαρεύουν» δεξιούς ψηφοφόρους, οι οποίοι είναι προφανές ότι προτιμούν την πρωταρχική πολιτική (και κυβερνητική…) έκφραση της δεξιάς και όχι τους Εθνικιστές που, εντελώς εσφαλμένα, επέλεξαν να παρουσιάζονται εκείνοι ως η αυθεντική πολιτική έκφραση της δεξιάς…
Παρά τα όσα συνέβησαν στις 7 Ιουλίου, παρατηρώ ότι ακόμα και τώρα υπάρχουν, έστω και σε πιο αραιή βάση, τίτλοι κειμένων στην ιστοσελίδα μας από Εξαίρετους Συντρόφους-Συναγωνιστές, όπου χρησιμοποιούνται οι εκφράσεις «ψευτοδεξιά», «ψοφοδεξιά», «η δήθεν δεξιά ΝΔ». Δεν ξέρω αν αυτό συμβαίνει λόγω «κεκτημένης ταχύτητας» από την τακτική των προηγουμένων ετών, αλλά το πάθημα της 7ης Ιουλίου θα πρέπει επιτέλους να μας γίνει ένα πολύ διδακτικό μάθημα πολιτικής συμπεριφοράς και κατευθυντήριας γραμμής, σχετικά με το πώς πρέπει να πορευθούμε στο μέλλον. Η συνέχιση εκ μέρους μας σε αυτοαναφορές περί δεξιάς παντός τύπου και περιγραφών δεν πρόκειται να μας οδηγήσει πουθενά, αλλά μόνο σε έναν αδιέξοδο δρόμο που με μαθηματική ακρίβεια καταλήγει στον βάλτο και τον βούρκο της πολιτικής ανυπαρξίας.
Ας αφήσουμε, λοιπόν, τα περί δεξιάς και τα όσα παρεμφερή στα όποια νεόκοπα «πατριωτικά» των «ψώνιων» και των «νούμερων», που ενώ προκαλούν τον γέλωτα όταν ανοίγουν το στόμα τους δεν έχουν την παραμικρή συνείδηση των προσωπικών περιορισμών τους στον προφορικό και γραπτό λόγο, συνεχίζοντας να παριστάνουν τους γεννημένους ρήτορες και πολιτικούς παράγοντες, και ας επικεντρωθούμε ως ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ εκεί που μας καλούν οι εξελίξεις. Αντί να πασχίζουμε μάταια να πείσουμε να μας ακολουθήσουν μικρές περιθωριακές ομάδες παραδοσιακών δεξιών, φορτωμένων με όλα τα πολιτικά, κοινωνικά, θρησκόληπτα (και όχι θρησκευόμενα) απωθημένα τους, την εκνευριστική εγωπάθειά τους και την πλήρη έλλειψη αφοσίωσης σε έναν πολύ ευρύτερα σημαντικό σκοπό από τα στενά συντηρητικά συμφέροντά τους, οφείλουμε να «καλουπώσουμε» αρχικά και να «χτίσουμε» μετά μια ισχυρή γέφυρα άμεσης και ειλικρινούς επικοινωνίας με όλους εκείνους τους ανήσυχους και προβληματισμένους Έλληνες, ανεξαρτήτως πολιτικής προέλευσης, που έχουν (ή έχουν αρχίσει να αποκτούν) συνείδηση της ευρείας έκφρασης των προβλημάτων που απειλούν την Πατρίδα και τον Λαό μας.
Ιδιαίτερα, μάλιστα, στην Ελληνική Νεολαία, στην οποία η επιρροή και ο αντίκτυπος των απόψεών μας συνεχίζουν να κινούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι δυνατόν να προσελκυθούν από εμάς με γενικές και αόριστες αναφορές σε μια φαντασιακή (και ως εκ τούτου ανύπαρκτη) δεξιά, αλλά από την ειλικρινή ενασχόλησή μας, ως Εθνικιστές, ως Επαναστάτες, ως Χρυσαυγίτες, με όλα εκείνα τα θέματα που τους αφορούν καθώς και την κοινωνία στην οποία ζουν. Αυτό, βεβαίως, χρειάζεται άψογα ενημερωμένα Στελέχη και Πιστούς Πολιτικούς Στρατιώτες, που θα είναι πανέτοιμοι ανά πάσα στιγμή να προσφέρουν εμπεριστατωμένες λύσεις και όχι αόριστες γενικολογίες στα εθνικά και κοινωνικά προβλήματα. Πρέπει, λοιπόν, να δημιουργήσουμε και να εκπαιδεύσουμε τέτοιους Συναγωνιστές και Συναγωνίστριες, χωρίς επιτήδειους αποκλεισμούς, χωρίς το μικρόβιο της «βουλευτίτιδας» (που δυστυχώς έκανε κάποιους να δουν την σκιά τους και να νομίζουν ότι αυτή αντιπροσωπεύει το αληθινό μπόι τους…) και βεβαίως χωρίς άστοχες αναχρονιστικές και παρακμιακές αναφορές σε μια απρόσωπη δεξιά που δεν υπήρξε ποτέ, αλλά και ούτε πρόκειται να υπάρξει.
Επομένως, στο ερώτημα που κοσμεί τον τίτλο αυτού του κειμένου είναι σαφής, ξεκάθαρη, κρυστάλλινη, στεντόρεια, η απάντησή μας: είμαστε Εθνικιστές και όχι δεξιοί, ακριβώς γιατί είμαστε Χρυσαυγίτες, γιατί θέλουμε να «κατακτήσουμε» τον κόσμο, να απελευθερώσουμε την Πατρίδα μας, να «ρουφήξουμε» το Αληθινό Νόημα της Ζωής, Αγωνιζόμενοι για έναν Ανώτερο Σκοπό από τις Τάξεις της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ και όχι να εγκλωβιστούμε σε έναν φαύλο δεξιό μικρόκοσμο που οδηγεί στην παρακμή, τον θάνατο και την σήψη. Το Μέλλον θα μας ανήκει και θα είμαστε Εμείς οι Δημιουργοί του, αρκεί από εδώ και πέρα, δίχως μεμψιμοιρίες και πισωγυρίσματα, να φερθούμε όπως πραγματικά αρμόζει στην Δοξασμένη και Τιμημένη Ιστορία της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ!
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΣΤΟΡΑΣ