Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

Τουρισμός: Λιγότερο χρόνο, λιγότερα χρήματα από τους ξένους επισκέπτες.

Ολοένα και περιορίζεται ο χρόνος που αφιερώνουν οι Έλληνες στις διακοπές. Η οικονομική δυσπραγία, η αβεβαιότητα και η ανεργία, μαζί με την κατάθλιψη και την εγκατάλειψη έχουν κλείσει τους Έλληνες στα σπίτια τους ή στα καφέ και τα μαγαζιά έτοιμου φαγητού. Οι παραδοσιακές αποδράσεις  της Λαμπρής και του Καλοκαιριού προς τα χωριά τους , και πολύ περισσότερο οι εξορμήσεις σε κοσμοπολίτικα Ελληνικά νησιά αποτελούν για τους περισσότερους παρελθόν. Διόδια και ακριβά καύσιμα έχουν καταστήσει απαγορευτικές τις μετακινήσεις.  Όμως και οι ξένοι επισκέπτες φαίνεται ότι περνούν ολοένα και λιγότερο χρόνο στις διακοπές τους. Η παραμονή των επισκεπτών στους νησιωτικούς και ηπειρωτικούς προορισμούς της Ελλάδας  σημειώνει μείωση από τις 10,7 ημέρες το 2005 στις 7,5 ημέρες το 2018. Προορισμοί όπως η βόρειος Αφρική τους προσφέρουν περισσότερα προνόμια και καλύτερες τιμές.
Το δυνατό σημείο της Ελληνικής οικονομίας, ο τουρισμός, βρίσκεται για άλλη μια φορά με την πλάτη στον τοίχο. Οι αλλοπρόσαλλες πρακτικές των κυβερνήσεων ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ έφεραν τους πράκτορες και τους ξενοδόχους σε αδιέξοδα.
Σύμφωνα με αποκαλυπτικά στοιχεία της έρευνας του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ), η πτώση αυτή στην παραμονή των ξένων επισκεπτών σε ελληνικούς προορισμούς, συνοδεύεται και από μια συνεχή  μείωση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης των εισερχόμενων τουριστών στην ελληνική επικράτεια, γεγονός που εγείρει ακόμα περισσότερες ανησυχίες για το μέλλον της «βαριάς βιομηχανίας» της χώρας.
Ποιοι είναι οι παράγοντες που έχουν διαμορφώσει αυτήν την αρνητική κατάσταση στους διαφόρους τομείς και στις υπηρεσίες φιλοξενίας, και πώς μπορεί να ανατραπεί η καθοδική πορεία την οποία διαπιστώνει η έρευνα, και η οποία οδηγεί στην «υποβάθμιση» του ελληνικού τουριστικού προϊόντος;
Για να τονωθεί ο Τουρισμός, αναφέρει η έρευνα,  και να βελτιωθεί το αρνητικό κλίμα στην ταξιδιωτική κίνηση προς την χώρα μας, πρέπει να υπάρξει ακαδημαϊκή αναβάθμιση των ανθρώπων που εργάζονται στον κλάδο του Τουρισμού στο σύνολό του, προκειμένου να παρέχονται ποιοτικές και ανταγωνιστικές υπηρεσίες υψηλών προδιαγραφών, οι οποίες  θα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των ταξιδιωτών, οι οποίοι γίνονται ολοένα και πιο απαιτητικοί. Σημαντικό ρόλο προς αυτήν την κατεύθυνση αποδίδουν στην ιδιωτική εκπαίδευση και τις συνεργασίες με πανεπιστήμια και διεθνείς οργανισμούς. 
Αν και η Μέση κατά Κεφαλήν Δαπάνη (ΜΚΔ) παρουσιάζει σαφή διαχρονική τάση μείωσης, με τα έξοδα ανά τουρίστα στη χώρα μας να μειώνονται από τα 745,7 ευρώ το 2005 στα 519,6 ευρώ, οι ειδικοί του ΙΝΣΕΤΕ διαπίστωσαν ότι η Μέση Ημερήσια Δαπάνη (ΜΗΔ), παρά τις μικρές αυξομειώσεις κατά την διάρκεια της τελευταίας 15ετίας, κυμαίνεται περίπου στα 70 ευρώ, ανεξάρτητα από την ραγδαία αύξηση του αριθμού των αφίξεων, λόγω της κατακρήμνισης της Ελληνικής Οικονομίας, με αποτέλεσμα από τα 15,5 εκατομμύρια το 2012, να διπλασιαστούν φθάνοντας στα 30,1 εκατομμύρια το 2018.
Το «παράδοξο» με την καταναλωτική συμπεριφορά των ξένων τουριστών  εξηγείται από τη Μέση Διάρκεια Παραμονής (ΜΔΠ) στην Ελλάδα, η οποία έχει μειωθεί κατά 29,3% το διάστημα 2005-2018. Αυτό σημαίνει ότι οι επισκέπτες αφιερώνουν τουλάχιστον τρεις ημέρες λιγότερες από τις διακοπές τους στην χώρα μας, με αποτέλεσμα ο κλάδος του Τουρισμού να έχει χάσει -μόνο πέρυσι- 6,3 δισεκατομμύρια ευρώ από τα 30,1 εκατομμύρια που επέλεξαν να ταξιδέψουν στην Ελλάδα.
Την ίδια στιγμή, οι αρνητικές οικονομικές συνέπειες της τάσης των σύντομων διακοπών, ενισχύονται ακόμα περισσότερο από την αύξηση του αριθμού των επισκεπτών από τα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη, οι οποίοι εκτός του ότι παραθερίζουν για λιγότερες ημέρες στην Ελλάδα, έχουν και μικρότερη αγοραστική δυνατότητα σε σχέση με τουρίστες οι οποίοι προέρχονται από άλλες χώρες του Δυτικού κόσμου. Έτσι, το 2018, η ΜΚΔ των ταξιδιωτών που επισκέφθηκαν την Ελλάδα σημείωσε πτώση της τάξεως του 30,3%, δηλαδή σημείωσε μείωση κατά  226,1 ευρώ. Από την μείωση αυτή το 63,3% ή 143 ευρώ οφείλονται στην μείωση της παραμονής, το 29,0% ή  65,5 ευρώ στην αλλαγή του μίγματος της προελεύσεως των επισκεπτών και το 7,8% ήτοι  17,5 ευρώ στην μείωση της ημερήσιας δαπάνης.
Μπορεί οι αριθμοί να είναι ανησυχητικοί, ωστόσο υπάρχει αντίδοτο στην καθοδική πορεία. Είναι η εκπαίδευση, η αυθεντικότητα, η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, η καλλιέργεια του συνεδριακού, του θρησκευτικού και του πολιτιστικού τουρισμού,  και βέβαια η εκπαίδευση και η εξειδίκευση σε θέματα υπηρεσιών φιλοξενίας και τουρισμού.