Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020

Σύνορα και Εθνική Κυριαρχία

Κάθε μέρα που περνά, αποδεικνύεται ολοένα και περισσότερο ότι το ζήτημα της ανεξέλεγκτης λαθρομετανάστευσης αποτελεί το πιο ζωτικής σημασίας άμεσο πρόβλημα για την Ελληνική κοινωνία. Την ίδια ώρα, οι «αφίξεις» από την Τουρκία συνεχίζονται, με τους υπεύθυνους-ανεύθυνους της κυβέρνησης της ΝΔ να… προσεύχονται ώστε η κακοκαιρία του χειμώνα να μπορεί να τις ανασχέσει, αφού οι ίδιοι είναι εντελώς ανίκανοι για οποιαδήποτε άλλη αντιμετώπισή τους. Χαρακτηριστικές είναι οι αντιδράσεις των κατοίκων στα νησιά για το θέμα αυτό, με τις πρόσφατες παλλαϊκές κινητοποιήσεις να δείχνουν στην κυβέρνηση το τεράστιο μέγεθος των λανθασμένων επιλογών της. Τα ίδια τα επίσημα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών λένε ότι 74.348 «πρόσφυγες» πέρασαν τα σύνορα της Ελλάδας το 2019, αριθμός ο οποίος είναι διπλάσιος σε σχέση με το 2018.
Εξίσου ανησυχητικές είναι και οι προβλέψεις για το 2020, καθώς ο Μάνος Λογοθέτης, ειδικός γραμματέας πρώτης υποδοχής της Ελληνικής κυβέρνησης, σε πρόσφατες δηλώσεις του σε γερμανικά ΜΜΕ, δήλωσε ότι «η Ελληνική κυβέρνηση προβλέπει ότι περίπου 100.000 αιτούντες άσυλο θα καταφθάσουν στα νησιά της από την Τουρκία μέσα στο 2020».
Είναι ολοφάνερο ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια κρίση παρατεταμένης διαρκείας και όχι σε ένα έκτακτο και προσωρινό φαινόμενο, που τροφοδοτείται τόσο από τις γεωπολιτικές αναταράξεις της περιοχής όσο και από τους σχεδιασμούς της ΕΕ για μετατροπή της Χώρας μας σε μια απέραντη αποθήκη ανθρωπίνων ψυχών και φράχτη αναχαίτησης προς την υπόλοιπη Ευρώπη. Με αυτές τις συνθήκες να παραμένουν, αναμένεται τα επόμενα χρόνια, με την λαθρομετανάστευση να κινείται στα περσινά επίπεδα, περίπου 60-70 χιλιάδες άνθρωποι να έρχονται παράνομα στην Χώρα μας κάθε χρονιά, με την Ελλάδα να πέφτει στην πλάτη της το βάρος της διαχείρισης αυτών των πληθυσμών, με απρόβλεπτες γι’ αυτήν συνέπειες.
Την ίδια στιγμή, διαφαίνεται όλο και πιο ξεκάθαρα ο κίνδυνος το λεγόμενο «προσφυγικό» να μετατραπεί σε στρατηγικό ζήτημα για την Εθνική Κυριαρχία μας. Η χρησιμοποίηση από τον Ερντογάν των «προσφύγων» που έρχονται από την Τουρκία στην Ελλάδα ως γεωπολιτικό όπλο «γκριζαρίσματος» του Αιγαίου και του Έβρου, ειδικά σε μια περίοδο που η χώρα του ξεδιπλώνει το σύνολο της αναθεωρητικής-επεκτατικής πολιτικής της σε βάρος μας, απαιτεί μια άλλου τύπου αξιολόγηση των ζητημάτων. Παράλληλα, η ευρωπαϊκή διάσταση της Χώρας μας εντός της ΕΕ αμφισβητείται από το ίδιο το ευρωπαϊκό κέντρο που έχει κατατάξει την Ελλάδα έξω ακόμη κι από εκείνη την υποβαθμισμένη ευρωπαϊκή περιφέρεια, χρησιμοποιώντας ως νέα επιβαλλόμενη εντολή, μετά τα μνημόνια και την επιτήρηση, την μετατροπή της Ελλάδας σε χώρο συγκέντρωσης «μεταναστών και προσφύγων».
Όλο αυτό το σκηνικό συμβαίνει σε μια περίοδο που τα αδιέξοδα της ΕΕ κάνουν ξανά επίκαιρες και αναγκαίες τις πολιτικές με κριτήριο την προτεραιότητα του Εθνικού Συμφέροντος, το οποίο επανέρχεται ως πρωταρχική επιλογή σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, τόσο από «συντηρητικούς» όπως ο Ορμπάν, όσο και από «προοδευτικούς» όπως ο Μακρόν. Υπάρχει και μια ακόμη κρίσιμη πλευρά του όλου ζητήματος, καθώς στην Ελλάδα δεν βρίσκονται μόνο οι 80-100 χιλιάδες «πρόσφυγες και μετανάστες» του σχετικά πρόσφατου χρονικού διαστήματος. Στην Χώρα μας βρίσκονται, εδώ και χρόνια, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μη Ελληνικής Ιθαγένειας, οι οποίοι αντιστοιχούν στο περίπου 10% του συνολικού πληθυσμού της. Όσο και να προπαγανδίζουν οι «ανθρωπιστές», οι «αντιρατσιστές» και οι λοιποί «αλληλέγγυοι» υπέρ της περαιτέρω «ενσωμάτωσης» και «αφομοίωσης», η κοινωνική συνοχή σε μια χώρα με τέτοια σύνθεση δεν είναι καθόλου εφικτή, ειδικά σε περιόδους υψηλών εντάσεων, όπως η τωρινή, με την Τουρκία.
Έχοντας υπόψιν μας τόσο την δημογραφική, κοινωνική, οικονομική υποβάθμιση της Χώρας μας τα τελευταία χρόνια που έχει περιορίσει τις όποιες αντοχές της, όσο και την εθνοτική σύνθεση των «προσφύγων και μεταναστών», οι οποίοι είναι φορείς ενός διαφορετικού κοσμοθεωρητικού και βιοθεωρητικού πλαισίου που κάνει μη συμβατή αυτή την συνοχή, αποδεικνύεται έτσι το ανεφάρμοστο της σκέψης περί «ενσωμάτωσης» και «αφομοίωσης». Η αντιμετώπιση του μείζονος θέματος της λαθρομετανάστευσης μπορεί να γίνει με μόνο γνώμονα την έννοια της Εθνικής Κυριαρχίας.
Δεν νοείται Κυρίαρχο Κράτος που δεν ασκεί σοβαρό έλεγχο επί των (χερσαίων και θαλάσσιων) συνόρων του. Η υποτέλεια που έχει κυριαρχήσει ως «ρεαλισμός» τα τελευταία χρόνια αποτελεί μια αυτοκαταστροφική λογική. Στην αρχή, πιστεύοντας την ψευδαίσθηση ότι «τα Ελληνικά σύνορα είναι και σύνορα της Ευρώπης», παραδώσαμε τον έλεγχο των θαλάσσιων συνόρων μας στην Frontex και, μετά την συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, στο ΝΑΤΟ. Στην συνέχεια, το λογικό και αναπόφευκτο αίτημα ο Ελληνικός Στρατός να φυλάει τα σύνορα ταυτίστηκε από τους κάθε λογής «δικαιωματάκηδες», με τις γνώριμες υστερικές κραυγές τους, με τον «ρατσισμό» και τον «φασισμό».
Ερχόμενοι στο σήμερα, στην κυβέρνηση Μητσοτάκη, βλέπουμε ότι οι προεκλογικές υποσχέσεις της για «πάταξη της λαθρομετανάστευσης» διαψεύστηκε πρακτικά παταγωδώς. Αντιθέτως, η ΝΔ υπόσχεται να συνεχίσει-ενισχύσει επί της ουσίας το καταστροφικό έργο του προκατόχου της ΣΥΡΙΖΑ, δείχνοντας έτσι για πολλοστή φορά ότι αυτά που ενώνουν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ περισσότερα και πιο ισχυρά από αυτά που τους χωρίζουν. Ο δικός τους εγκάρδιος πολιτικός εναγκαλισμός αποτελεί ταυτόχρονα ένα θανάσιμο σφιχταγκάλιασμα για την Πατρίδα και τον Λαό, για το Έθνος των Ελλήνων.

ΖΗΤΩ Η ΝΙΚΗ!

ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΣΤΟΡΑΣ

 Πηγή