Πέμπτη 19 Μαρτίου 2015

ΑΝΑΛΥΣΗ: Η ΑΠΥΘΜΕΝΗ ΑΝΟΗΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑ ΣΥΡΡΟΗ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

 
Σκοπός του παρόντος να καταδειχθεί η ανοησία ή η σκοπιμότητα πίσω από τις συνεχείς αντιφάσεις των ολοένα και συχνότερων συριζαίικων δηλώσεων στα κανάλια και τις εφημερίδες, εσωτερικού και εξωτερικού. Έχουμε όλοι δει άλλωστε πως ο Βαρουφάκης, ο Τσίπρας, αλλά και απλοί βουλευτές μπορούν να περνούν από τη μία στιγμή στην άλλη από την «ρήξη» στην «υπογραφή» και από τις επικοινωνιακές επιθέσεις προς τους διεθνείς τοκογλύφους να κάνουν δηλώσεις κολακείας προς τα πρόσωπα που τους εκπροσωπούν, όπως η Μέρκελ, ο Σόιμπλε κ.ο.κ.
Ενώ κάποτε η οικονομία στηριζόταν εν μέρει στην εργασία και στην κατοχή των μέσων παραγωγής, γεγονός που οδήγησε τον Μαρξ να μιλάει για κοινωνικοποίηση τους, πλέον στηρίζεται στην παροχή ασφάλειας. Η λειτουργία της οικονομίας έχει παγκοσμιοποιηθεί και οι εργασίες επί των μέσων παραγωγής ή του μεταπρατικού εμπορίου στηρίζονται εν πολλοίς σε ανύπαρκτα κεφάλαια, που τοποθετούν στην αντίστοιχη επιχείρηση οι λεγόμενοι επενδυτές, οι οποίοι τις περισσότερες φορές είναι πολυεθνικές εταιρείες.
Μία κατηγορία επενδυτών, οι λεγόμενοι «δανειστές» ή διεθνείς τοκογλύφοι, επιλέγουν να επενδύσουν στο κρατικό χρέος, αγοράζοντας ομόλογα του δημοσίου, δανείζοντας ουσιαστικά τα χρήματα, με τα οποία κινείται το κράτος για τις όποιες δουλειές του. Αυτοί στην περίπτωση της Ελλάδας εκπροσωπούνται από τα «τεχνικά κλιμάκια των θεσμών» ή την τρόικα για να χρησιμοποιήσουμε την τρέχουσα ορολογία και να κρατηθούμε μακριά από το «λεξιλόγιο Βαρουφάκη».
Αμφότεροι οι τύποι «επενδυτών» απαιτούν για την αποταμίευση των χρημάτων τους τα ίδια που θα απαιτούσε ο κάθε πολίτης από μία τράπεζα. Ασφάλεια και καλό επιτόκιο, ώστε τα κεφάλαιά τους να πληθύνονται. Αν ο «επενδυτής» διαισθανθεί ότι ενυπάρχει ρίσκο στην επένδυσή του, τότε είτε θα αυξήσει το επιτόκιο, είτε απλώς θα αποσυρθεί αν δεν τον καλύπτει το κέρδος. Στην περίπτωση των ομολόγων η απόσυρση σημαίνει την άμεση αποπληρωμή του ομολόγου και μάλιστα στο ακέραιο. Η κυβέρνηση βρίσκεται, μάλιστα, τώρα ενώπιον τέτοιων πληρωμών.
Ας πάρουμε την περίπτωση των συνομιλιών μεταξύ κυβερνήσεως και των εκπροσώπων των «δανειστών», είτε αυτοί είναι κράτη, είτε είναι εταιρείες που εδρεύουν σε κράτη, και παράλληλα να υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση θέλει όντως να οδηγηθεί σε ρήξη ή ακόμα και στο λεγόμενο GRexit, αναζητώντας παράλληλα κεφάλαια και συνεργασίες με οργανισμούς όπως οι BRICS. Επίσης ας υποθέσουμε την ύπαρξη ενός επενδυτή που όντως θέλει να τοποθετήσει κεφάλαια στην Ελλάδα και λογικό είναι να θέλει να ξέρει ποια θα είναι η κατάσταση στην χώρα στο αμέσως επόμενο διάστημα.
Ακούγοντας τις δηλώσεις των κυβερνώντων και παρακολουθώντας τις εξελίξεις, είναι σίγουρο πως θα βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση και εν τέλει θα απαιτήσει την άμεση επιστροφή των κεφαλαίων του, εντείνοντας τις κεφαλαιακές ανάγκες της χώρας. Αλλά αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό, αφού όπως προείπαμε υπόθεση εργασίας είναι ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να οδηγηθεί σε ρήξη και συνεπώς μία στάση πληρωμών προς το εξωτερικό είναι απολύτως βέβαια, αφού θα πρέπει να μεσολαβήσει λογιστικός έλεγχος του χρέους και προσφυγή στα διεθνή δικαστήρια για διαγραφή του επαχθούς και απεχθούς μέρους του χρέους. Στο μεσοδιάστημα, όμως, που η ρήξη επαπειλείται αλλά δεν συμβαίνει η αβεβαιότητα πλήττει και το εσωτερικό, οδηγώντας σε παύση των εργασιών και κατάχωση των διαθέσιμων κεφαλαίων σε «στρώματα», γεγονός που αναπόφευκτα οδηγεί και σε εσωτερική στάση πληρωμών, που δεν είναι επιθυμητή σε περίπτωση ρήξεως. Η αγορά στεγνώνει από ρευστό και δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις αλλαγές που θα φέρει αυτή η στρατηγική επιλογή.
Αν δούμε το θέμα κατοπτρικά, υποθέτοντας ότι η κυβέρνηση επιθυμεί εν τέλει να φτάσει σε συμφωνία, ήτοι σε ένα νέο μνημόνιο, η κατάσταση που προηγουμένως αναλύσαμε παραμένει ενεργή και καταστροφική για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Από την μία μεριά η εσωτερική υποτίμηση που επέρχεται από την αβεβαιότητα είναι μέσα στους μνημονιακούς στόχους, όμως δεν έρχεται με την ανάλογη καταβολή δόσεων από πλευράς ΔΝΤ, ενώ η απόσυρση των επενδυτών κάνει ακόμα δυσκολότερη την «έξοδο στις αγορές» που επί χρόνια επιδιώκουν οι μνημονιακές κυβερνήσεις, κάνοντας έτσι τους «εταίρους» ακόμα πιο απαιτητικούς και μάλιστα εκ του ασφαλούς, διότι έτσι μειώνονται οι αναταράξεις από ένα ενδεχόμενο «ατύχημα», ενδυναμώνοντας και διευκολύνοντας την θέση τους.
Στην σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία της παγκοσμιοποίησης, των χρηματιστηρίων και της συνεχούς ροής άυλου χρήματος, έστω και μία φήμη είναι ικανή να επιφέρει σοβαρότατες ανακατατάξεις, πόσω μάλλον όταν η διγλωσσία γίνεται επίσημη πρακτική ενός κράτους, ιδιαιτέρως όταν αυτό βρίσκεται σε ήδη δυσχερή θέση. Οπότε μία απαραίτητη συμβουλή προς τους κυβερνώντες, μιας και είναι σχετικώς νέοι στους θώκους τους, είναι να θέσουν στρατηγικούς στόχους και να κινηθούν προς την επίτευξή τους χωρίς παλινωδίες, αλλά αποφασιστικά. Το ποιοι θα είναι οι στρατηγικοί αυτοί στόχοι, είναι υπ’ ευθύνη τους, όμως ας έχουν μονίμως στο μυαλό ότι η νωπή λαϊκή εντολή που έλαβαν μιλάει για καταγγελία του μνημονίου, διαγραφή του παράνομου χρέους και εκκίνηση της πορείας που οδηγεί στην Ελευθερία της Πατρίδος από την μέγγενη των διεθνών τοκογλύφων. 
Κώστας Αλεξανδράκης  

ΠΗΓΗ