Σελίδες

Πέμπτη 2 Απριλίου 2020

Είναι ο Covid-19 βιοόπλο;

Aπό την εφημερίδα "Χρυσή Αυγή" που κυκλοφορεί
Ο ταχέως κινούμενος νέος κορωναϊός συνεχίζει την αδυσώπητη εξάπλωση του σε όλο τον κόσμο, αναδιαμορφώνοντας την ζωή όπως την ξέρουμε και δημιουργώντας ένα έδαφος αναπαραγωγής για παραπληροφόρηση. Ορισμένες φήμες είναι ακίνδυνες, ενώ άλλες μπορεί να είναι επικίνδυνες, να προκαλέσουν φόβο και να απειλήσουν την δημόσια υγεία. Μέχρι στιγμής σύμφωνα με τα πλέον εξειδικευμένα ινστιτούτα και πανεπιστήμια του κόσμου, όπως το Johns Hopkins University και Imperial College, δεν υπάρχουν γενετικές ενδείξεις για κάτι άλλο πέραν από το ότι ο κορωναϊός είναι ένας φυσικός ιός. Από τις αναλύσεις που έχουν γίνει δεν υπάρχει ένδειξη ότι ο Covid-19 έχει κατασκευαστεί ή είναι διαφορετικός από κάτι που βρίσκεται στην φύση.
Στον 20 αιώνα έχουμε δει έναν αμέτρητο αριθμό στρατιωτικών συγκρούσεων, που κυμαίνονται από τους δυο παγκόσμιους πολέμους έως τοπικές συγκρούσεις φυλάρχων. Στον ίδιο αιώνα μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις κατέβαλαν τεράστιες προσπάθειες για την ανάπτυξη όπλων μαζικής καταστροφής (Weapons of Mass destruction, WMD). Όλα αυτά τα όπλα (πυρηνικά, χημικά και βακτηριακά) αρχικά θεωρήθηκαν πολύ αποτελεσματικά και τρομακτικά, αλλά χρησιμοποιήθηκαν μόνο σε πολύ περιορισμένες περιπτώσεις.
Ο λόγος για την περιορισμένη χρήση τους είναι απλός. Οι ΗΠΑ βομβάρδισαν μεν στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο ατιμωρητί την Ιαπωνία με δυο πυρηνικές βόμβες, ποτέ όμως δεν τόλμησαν να το πράξουν έκτοτε εναντίον του αντιπάλου, καθώς αυτός είχε αποκτήσει αντίστοιχα όπλα μαζικής καταστροφής. Εξ άλλου σε όλα τα εγχειρίδια στρατηγικής ανάλυσης των μεγάλων στρατιωτικών δυνάμεων (ΗΠΑ, Σοβιετική Ένωση/Ρωσία, Κίνα, Βρετανία, Γαλλία), ακόμη και στα απόρρητα έγγραφα, η χρήση όπλων μαζικής καταστροφής προβλέπεται μόνο στην περίπτωση που τα χρησιμοποιήσει πρώτος ο αντίπαλος.
Είναι βέβαιο ότι η «μη πρώτη χρήση» δεν οφείλεται σε κάποιο είδος πολιτικής ορθότητας ή επειδή κάποιοι θέλουν να εμφανιστούν ως καλοί και αγαθοί. Οφείλεται στο γεγονός ότι όταν χρησιμοποιούνται τα όπλα μαζικής καταστροφής μπορεί να οδηγήσουν σε κατακλυσμιαίες πολιτικές συνέπειες, πέραν των ανεπανόρθωτων καταστροφών. Ας θυμηθούμε τις τελείως αβάσιμες αναφορές για την κυβέρνηση του Άσαντ που δήθεν χρησιμοποίησε χημικά όπλα εναντίον των ισλαμοσυμμοριτών-μισθοφόρων της Δύσης. Ουδείς σοβαρός στρατιωτικός αναλυτής έλαβε σοβαρά υπόψη του αυτές τις ψευδείς αναφορές, καθώς όλοι γνώριζαν ότι η χρήση χημικών όπλων δεν έφερε κανένα πλεονέκτημα στην Δαμασκό, αφού οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ θα εκμεταλλευόταν αυτό το πρόσχημα για να χτυπήσουν άμεσα την Συρία.
Θυμηθείτε τον Σαντάμ Χουσεΐν ο οποίος χρησιμοποίησε χημικά όπλα εναντίον των εσωτερικών αντιπάλων του (Κούρδοι) και των Ιρανών στον πόλεμο της δεκαετίας 1980-1988, όμως τότε επειδή ήταν σύμμαχος της Δύσης δεν υπήρξε αντίδραση. Όταν η Δύση έπαψε να είναι σύμμαχος του και του επιτέθηκε, ο Σαντάμ δεν τόλμησε να χρησιμοποιήσει το χημικό οπλοστάσιο του εναντίον κανενός, καθώς το είχε ήδη οικειοθελώς καταστρέψει. Διότι γνώριζε ότι τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δεν θα τις σταματούσε η χρήση χημικών όπλων από τον ιρακινό στρατό, απ’ εναντίας κάτι τέτοιο θα είχε ως αποτέλεσμα την χρήση τακτικών πυρηνικών όπλων εναντίον της χώρας του.
Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν πολύ ολίγα στρατιωτικά σενάρια όπου η χρήση όπλων μαζικής καταστροφής έχει νόημα, αυτό ισχύει για τα πυρηνικά και χημικά, πολύ δε περισσότερο ισχύει για τα βιολογικά, διότι ιδιαίτερα αυτά είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθούν. Η θεωρία του πολέμου και της στρατηγικής από την εποχή του Μακιαβέλλι έως σήμερα μας διδάσκει ότι ο πόλεμος δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά ένα μέσο προς το τέλος, αυτό το τέλος είναι πάντα «πολιτικό». Τουτέστιν η ολική καταστροφή μιας χώρας με πυρηνικά ή άλλα όπλα μαζικής καταστροφής δεν χαρακτηρίζεται ως πολιτικός στόχος, ο πολιτικός στόχος είναι αυτό που πρέπει να οριστεί ως «νίκη». Η ολική καταστροφή μιας χώρας, η επιστροφή της στην λίθινη εποχή ή στην εποχή του σιδήρου, δεν είναι «νίκη».
Στον κόσμο υπάρχουν πολλές χώρες που είναι ικανές να κατασκευάσουν βιολογικά όπλα. Στην πραγματικότητα τα περισσότερα βιολογικά εργαστήρια θα μπορούσαν να κατασκευάσουν ένα απλό βιοόπλο, χρησιμοποιώντας συνδυασμούς κοινών βακτηρίων. Όμως μια τέτοια απόφαση μπορεί να ληφθεί μόνο στο επίπεδο εθνικών κέντρων διοίκησης και μόνο μετά την σύμφωνη γνώμη στρατιωτικών και επιστημονικών ειδημόνων. Καμία κυβέρνηση έχουσα σώας τας φρένας δεν θα διέταζε την χρήση όπλων μαζικής καταστροφής όταν υπάρχει κίνδυνος άμεσων αντιποίνων, τόσο στρατιωτικών όσο και πολιτικών.
Στην περίπτωση του Covid-19 έχουμε να κάνουμε με μια κατάσταση πανδημίας, η λοίμωξη διασπείρεται ταχέως σε παγκόσμιο επίπεδο. Εξ όσων είναι γνωστό, κανένας ιός δεν μπορεί να αναπτυχθεί με επιτυχία εναντίον ενός συγκεκριμένου στόχου και έπειτα να παραμείνει περιορισμένος σε αυτό τον στόχο. Υπό απλή μαθηματική έννοια, ο κίνδυνος «παράπλευρων απωλειών» από βιοόπλα τείνει προς το άπειρο. Θεωρητικά μια χώρα θα μπορούσε να αναπτύξει βιοόπλο, να το χρησιμοποιήσει και στην συνέχεια να αναπτύξει ένα εμβόλιο (ή να το έχει ήδη στο οπλοστάσιο της) και να εμβολιάσει τις ένοπλες δυνάμεις της και ολόκληρο τον πληθυσμό της. Αλλά κάτι τέτοιο θα έκανε οφθαλμοφανές ποιος ευθύνεται για την χρήση του, ουσιαστικά θα ήταν πολιτική και στρατιωτική αυτοκτονία. Προφανώς είναι δικαιολογημένο να πιστεύουμε, ή έστω κάποιοι εξ ημών, ότι υπάρχουν αρκετοί ηγέτες στην αμερικανοσιωνιστική Δύση που πιθανόν να είναι αρκετά παράλογοι για να αποτολμήσουν την εξύφανση ενός σχεδίου βιολογικού πολέμου. Όμως το «πιθανό» είναι δραματικά διαφορετικό από το «πραγματικό».
Συμπερασματικά πρέπει να ειπωθεί ότι πρώτον, η χρήση οποιουδήποτε βιοόπλου είναι τρομακτικά επικίνδυνη πολιτικά και στρατιωτικά, δεύτερον, δεν υπάρχουν σύγχρονες περιπτώσεις επιτυχούς επίθεσης με βιολογικά όπλα. Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει στον κόσμο κυβέρνηση που θα ήθελε να κατηγορηθεί για την τρέχουσα θανατηφόρα εξάπλωση του Covid-19, ούτε καν η κάστα των πλουτοκρατών του σιωνιστικού ιμπεριαλισμού, ασχέτως αν εκ μέρους των εν μέσω οικονομικής ύφεσης γίνεται προσπάθεια εκμετάλλευσης με στόχο την αναδιανομή του πλούτου από κάτω προς τα πάνω και την εγκαθίδρυση παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Γ. ΛΙΝΑΡΔΗΣ

ΠΗΓΗ